Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πουριτανισμός
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πουριτανισμός ο [puritanizmós] Ο17 : 1. κοινωνική αντίληψη (συχνά υποκριτική), που χαρακτηρίζεται από υπέρμετρη αυστηρότητα και από συντηρητισμό σε σχέση με τα ήθη και την ηθική, ιδίως όσον αφορά την ερωτική, σεξουαλική συμπεριφορά: Οι απόψεις του για τις ερωτικές σχέσεις χαρακτηρίζονται από έντονο πουριτανισμό. 2. αίρεση της αγγλικανικής εκκλησίας που υποστήριζε την απλούστευση των θρησκευτικών τύπων και την αυστηρότητα των ηθών.

[λόγ. πουριταν(ός) -ισμός μτφρδ. αγγλ. puritanism]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες