Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πουλητής
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πουλητής ο [pulitís] Ο7 : (προφ.) ο πωλητής.

[μσν. πουλητής < αρχ. πωλητής κατά το πωλώ > πουλώ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες