Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- πορτμπαγκάζ το [pórtbagáz] Ο (άκλ.) : ειδικός χώρος (στο πίσω μέρος) του αυτοκινήτου, όπου τοποθετούνται οι αποσκευές των επιβατών: Bάλε τις βαλίτσες στο ~.
[λόγ. < γαλλ. porte-bagages]