Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- πολυκομματισμός ο [polikomatizmós] Ο17 : πολιτικό σύστημα που επιτρέπει, που θεσμοθετεί, που στηρίζεται στην ύπαρξη και στη λειτουργία πολλών κομμάτων: Ο ~ είναι στοιχείο δημοκρατικού πολιτεύματος.
[λόγ. πολυκομματ(ικός) -ισμός μτφρδ. ιταλ.(;) pluripartitismo]