Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πολυαγαπώ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πολυαγαπώ [poliaγapó] & -άω, -ιέμαι Ρ10.1 : (σε αρνητικές προτάσεις) αγαπώ πολύ κπ. ή κτ.: Δεν τον πολυαγαπούσε τον πατέρα του.

[πολυ-2 + αγαπώ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες