Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πολεμοφόδια
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πολεμοφόδια τα [polemofóδia] Ο42 : 1. τα υλικά που χρησιμοποιούνται κατά τη διεξαγωγή ενός πολέμου και ιδίως τα πυρομαχικά: Tα πολεμοφόδιά μας αρχίζουν να εξαντλούνται. 2. (μτφ.) ό,τι χρησιμοποιεί κάποιος σε μια διαδικασία αντιπαράθεσης, για να υπερασπιστεί τον εαυτό του ή για να επιτεθεί σε κπ.

[λόγ. πόλεμ(ος) + εφόδια με προσαρμ. προς τα άλλα σύνθ. με -ο-]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες