Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ποιητάρης ο [piitáris] Ο11 : λαϊκός ποιητής που έχει την ικανότητα να συνθέτει στίχους πάνω σε επίκαιρα θέματα.
[ποιητ(ής) -άρης (από την κυπριακή διάλ.)]