Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πλαφονιέρα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πλαφονιέρα η [plafonéra] Ο25 : είδος φωτιστικού που στερεώνεται στην οροφή.

[γαλλ. plafonnièr(e) ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες