Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πετρογραφία
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πετρογραφία η [petroγrafía] Ο25 : (γεωλ.) κλάδος της γεωλογίας που μελετά τη σύσταση των πετρωμάτων.

[λόγ. < γαλλ. pétrographie < pétro- = πετρο- 1 + -graphie = -γραφία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες