Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- περίμετρος η [perímetros] Ο36 : η κλειστή τεθλασμένη γραμμή στην οποία τελειώνει ένα επίπεδο σχήμα και το συνολικό μήκος της: H ~ ενός οικοπέδου. || περιφέρεια ενός σώματος: H ~ του κορμού (ενός δέντρου). H ~ ενός βαρελιού.
[λόγ. < αρχ. περίμετρος (ενν. γραμμή)]