Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πεντάγραμμο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πεντάγραμμο το [pendáγramo] Ο40 : 1. το σύνολο των πέντε γραμμών, που είναι παράλληλες και βρίσκονται σε ίση απόσταση μεταξύ τους, πά νω στο οποίο γράφονται οι φθόγγοι της ευρωπαϊκής μουσικής: Nότες / μουσική σε ~. Οι γραμμές του πενταγράμμου ορίζουν το τονικό ύψος των μουσικών φθόγγων. 2. η ελαφρά μουσική και το αντίστοιχο τραγού δι: Tο ελληνικό ~. Aστέρια του πενταγράμμου.

[λόγ. < ελνστ. πεντάγραμ μον `πεντάλφα΄ σημδ. ιταλ. pentagramma (στη νέα σημ.) < ελνστ. πεντάγραμμον]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες