Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πεζοδρόμηση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πεζοδρόμηση η [pezoδrómisi] Ο33 : η μετατροπή δρόμου σε πεζόδρομο.

[λόγ. πεζοδρομη- (πεζοδρομώ) -σις > -ση]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες