Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πεδιάδα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πεδιάδα η [peδiáδa] Ο26 : οριζόντια, επίπεδη και ομαλή έκταση γης· κάμπος: Εύφορη ~. H θεσσαλική ~.

[λόγ. < αρχ. πεδιάς, αιτ. -άδα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες