Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- παρμεζάνα η [parmezána] Ο25α : είδος σκληρού ιταλικού τυριού από αγελαδινό γάλα.
[γαλλ. parmesan (αρσ.) μεταπλ. -α σε θηλ. ίσως κατά τη λ. φέτα < Ρarma (πόλη της Ιταλίας, μτφρδ. ιταλ. parmigiano)]