Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- παραστατικότητα η [parastatikótita] Ο28 : η ικανότητα κάποιου να εκφράζει, να αποδίδει κτ. καλά, ζωηρά, με ενάργεια: Διηγούμαι / εκφράζομαι / περιγράφω με ~.
[λόγ. παραστατικ(ός) -ότης > -ότητα]