Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- παρασκιά η [paraskiá] Ο24 : (οπτ.) περιοχή σκιασμένη κατά ένα ποσοστό, η οποία σχηματίζεται πίσω από αδιαφανές φωτιζόμενο σώμα και γύρω από την κυρίως σκιά.
[λόγ. παρα- 1 σκιά μτφρδ. γαλλ. pénombre ή γερμ. Nebenschatten]