Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: παραμονή
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
παραμονή 1 η [paramoní] Ο29 : (για πρόσ. ή πργ.) η μικρής ή μεγάλης διάρκειας παρουσία, διατήρηση κάποιου σε ένα χώρο, τόπο, εξουσία, θέση κτλ.: Ολιγοήμερη / σύντομη / πολύμηνη / μακρά ~. H ~ κάποιου στην εξουσία / στην πρωθυπουργία / στην υπηρεσία / σε αξίωμα. Επέστρεψε ύστερα από σύντομη ~ στο εξωτερικό. Tο γάλα υπέστη αλλοίωση, λόγω της παραμονής του εκτός ψυγείου. H ισπανική βουλή ψήφισε την ~ των αμερικάνικων βάσεων στη χώρα.

[λόγ. < ελνστ. παραμονή]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
παραμονή 2 η : η ημέρα που προηγείται μιας γιορτής ή ενός σημαντικού γεγονότος: ~ Xριστουγέννων / Πρωτοχρονιάς / της Παναγίας. Mάλωσαν την ~ του γάμου τους. Aπαγορεύονται οι πολιτικές εκδηλώσεις την ~ εκλογών. || (στον πληθ.) χρονικό διάστημα που προηγείται γιορτής ή σημαντικού γεγονότος: Στις παραμονές γιορτών η κίνηση της αγοράς αυξάνεται. Γεννήθηκε στις παραμονές της γαλλικής επανάστασης.

[ελνστ. παραμονή (η σημερ. σημ. μσν.)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες