Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- παράθεμα το [paráθema] Ο49 : απόσπασμα από κείμενο κάποιου συγγραφέα που αναφέρεται, παρατίθεται αυτούσιο μέσα σε κείμενο άλλου συγγραφέα προκειμένου να διασαφηνίσει κτ., να στηρίξει μιαν άποψη, έναν ισχυρισμό κτλ.: H μελέτη στηρίζεται σε πολλά παραθέματα, με τα οποία ο συγγραφέας αιτιολογεί τα επιχειρήματά του.
[λόγ. < ελνστ. παράθεμα `προσάρτημα΄]