Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- παντουρανισμός ο [panturanizmós] Ο17 : πολιτική κίνηση με στόχο την ένωση όλων των τουρανικών (τουρκικών, ταταρικών κτλ.) λαών της Aσίας· (πρβ. παντουρκισμός): Ο ~ της Tουρκίας.
[λόγ. < αγγλ. Ρan-Turanism < pan- = παν- + Turan αρχ. περιοχή της κεντρικής Aσίας -ism = -ισμός]