Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- παντζάρι το [pandzári] Ο44 : ποώδες κηπευτικό φυτό, ποικιλία τεύτλου· η ρίζα του έχει σφαιρικό σχήμα και βαθύ κόκκινο χρώμα, είναι σαρκώδης και τρώγεται βραστή ως σαλάτα, όπως και τα μεγάλα πλατιά πράσινα φύλλα του· κοκκινογούλι. (έκφρ.) γίνομαι ~, κοκκινίζω.
[τουρκ. pancar (από τα αρμεν.) -ι]