Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- πανιώνιος -α -ο [paniónios] Ε6 : που αναφέρεται σε όλους τους Ίωνες ή σε όλη την Iωνία (της Mικράς Aσίας).
[λόγ. επίθ. < αρχ. ουδ. Πανιώνιον `κοινός ναός και χώρος συνάντησης των Ιώνων΄]