Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- πανδοχείον το.
-
- Μικρό ξενοδοχείο, πανδοχείο:
- (Zygomalas, Synopsis 213), (αυτ. 212).
[μτγν. ουσ. πανδοχείον. Η λ. και σήμ. (‑ο)]
- Μικρό ξενοδοχείο, πανδοχείο: