Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πανάδα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πανάδα η [panáδa] Ο26 : μικρή κιτρινωπή κηλίδα ακανόνιστου σχήματος, που παρουσιάζεται στο δέρμα του προσώπου ή και άλλων μερών του σώματος· (πρβ. φακίδα).

[πάν(α) (στη σημ.: `μούχλα σε τρόφιμα΄) -άδα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες