Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- παλαμάκια τα [palamáka] Ο44α : το επαναλαμβανόμενο χτύπημα των παλαμών ως έκφραση επιδοκιμασίας· χειροκρότημα: Xτυπώ ~, χειροκροτώ.
[παλάμ(η) υποκορ. -άκι στον πληθ.]