Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- παλαιόθεν [paleóθen] επίρρ. : (λόγ.) από πολύ παλιά.
[λόγ. παλαιο- + αρχ. επιρρηματικό επίθημα -θεν (δες στο -θε)]
[Λεξικό Κριαρά]
- παλαιόθεν, επίρρ.
-
- Από παλιά:
- (Αγαπ., Γεωπον. 245).
[<επίθ. παλαιός + κατάλ. –θεν. Τ. ‑θε(ς) και ‑ούθε σήμ. ιδιωμ. Η λ. στο Somav. και σήμ. ποντ.]
- Από παλιά: