Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- παιχνίδισμα το [pexníδizma] & παιγνίδισμα το [peγníδizma] Ο49 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του παιχνιδίζω: Tο ~ του κύματος στην ακροθαλασσιά.
[παιχνιδισ- (παιχνιδίζω), παιγνιδισ- (παιγνιδίζω) -ίζω]