Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- παιδιατρικός -ή -ό [peδiatrikós] Ε1 : που ανήκει ή αναφέρεται στην παιδιατρική: Παιδιατρική κλινική. || (ως ουσ.) η παιδιατρική*.
[λόγ. παιδια τρ(ική) -ικός]