Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- παιγνιόχαρτο το [peγnióxarto] Ο40 : (λόγ.) χαρτί της τράπουλας, τραπουλόχαρτο.
[λόγ. παίγνι(ον) -ο- + χαρτ(ίον) -ον μτφρδ. γαλλ. carte à jouer ή γερμ. Spielkarte]