Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ούρηση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ούρηση η [úrisi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του ουρώ· κατούρημα.

[λόγ. < αρχ. οὔρη(σις) -ση]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες