Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- οστεοβλάστη η [osteovlásti] Ο30 : (βιολ.) ονομασία των κυττάρων της οστεΐνης.
[λόγ. < γαλλ. ostéoblaste < ostéo- = οστεο- + blaste < αρχ. βλα στ(ός) -η]