Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ορθολογιστής
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ορθολογιστής ο [orθolojistís] Ο7 θηλ. ορθολογίστρια [orθolojístria] Ο27 : 1. οπαδός του φιλοσοφικού ορθολογισμού· ρασιοναλιστής. || (ως επίθ.): ~ φιλόσοφος. 2. αυτός που χαρακτηρίζεται από απόλυτη εμπιστοσύνη στον ορθό λόγο και από αντίθεση σε κάθε μυστικισμό ή μεταφυσική: Άτεγκτος τεχνοκράτης και ψυχρός ~.

[λόγ. ορθολογ(ισμός) -ιστής· λόγ. ορθολογισ(τής) -τρια]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες