Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: οπορτουνισμός
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
οπορτουνισμός ο [oportunizmós] Ο17 : (πολ.) αριστερή πολιτική πρακτική που χαρακτηρίζεται από υπερβολική προσαρμογή στις περιστάσεις και τάση για εκμετάλλευσή τους ανεξάρτητα από το αν υπάρχει σύγκρουση με τις ιδεολογικές αρχές: Δεξιός / αριστερός ~. || (επέκτ.) πολιτικός καιροσκοπισμός.

[λόγ. < γαλλ. opportunisme (-isme = -ισμός) (ορθογρ. δαν.)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες