Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ομοβροντία η [omovrondía] Ο25 : 1. η ταυτόχρονη εκπυρσοκρότηση πολλών πυροβόλων όπλων: ~ τουφεκιών / κανονιών. 2. (μτφ.) για ενέργειες που χαρακτηρίζονται από ένταση και συχνότητα: ~ χειροκροτημάτων / ύβρεων / επικρίσεων.
[λόγ. ομο- + βροντ(ή) -ία]