Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- οικειότητα η [ikiótita] Ο28 : η ιδιότητα του οικείου, εκείνου που έχει στε νή σχέση με κπ. ή με κτ. α. φιλικότητα: Φέρεται με ~ στους υφισταμένους του. Έχει μεγάλη ~ με τον υπουργό. || (συνήθ. πληθ.) η οικεία συμπεριφορά: Δε θέλω οικειότητες μαζί σου. β. γνώση, γνωριμία, εξοικείωση με κτ.: Tου λείπει η ~ που προσφέρει η πείρα.
[λόγ. < αρχ. οἰκειότης, αιτ. -ητα & σημδ. γαλλ. familiarité]