Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- οδοντοφυΐα η [oδondofiía] Ο25 : (φυσιολ.) η δημιουργία και εμφάνιση των δοντιών ώστε να σχηματιστούν οι οδοντοστοιχίες: Πρώτη ~, κατά τη διάρκεια της βρεφικής ηλικίας. Δεύτερη ~ ή μόνιμη ~, κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας. Aνωμαλίες της οδοντοφυΐας. Πυκνή / αραιή ~.
[λόγ. < αρχ. ὀδοντοφυΐα]