Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: οδομαχία
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
οδομαχία η [oδomaxía] Ο25 (συνήθ. πληθ.) : σύγκρουση προσώπων, συνήθ. ένοπλη, που γίνεται στους δρόμους της πόλης: Οι στασιαστές εξουδετερώθηκαν ύστερα από σκληρές οδομαχίες. Οδομαχίες μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας.

[λόγ. οδο- + -μαχία μτφρδ. γαλλ. combat des rues ή γερμ. Strassenkampf]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες