Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ξεχειμωνιάζω [kseximo
ázo] Ρ2.1α : περνώ το χειμώνα: Πού θα ξεχειμωνιάσετε φέτος; Ξεχειμωνιάσαμε χωρίς καλοριφέρ. [μσν. ξεχειμωνιάζω < ξε- χειμών(ας) -ιάζω]
[Λεξικό Κριαρά]
- ξεχειμωνιάζω· εξηχειμωνιάζω· ξηχειμωνιάζω.
-
- Περνώ το χειμώνα (σε κατάλληλο μέρος), ξεχειμωνιάζω:
- έμεινε (ενν. ο Σελίμ) να ξεχειμωνιάσει εις την Προύσαν καρτερώντας την άνοιξην (Νεκταρ., Ιεροκοσμ. Ιστ. 353· Φυσιολ. (Legr.) 621).
[<ξε‑ (= «περνώ») + ουσ. χειμών(ας) + κατάλ. ‑ιάζω. Η λ. στο Βλάχ. και σήμ.]
- Περνώ το χειμώνα (σε κατάλληλο μέρος), ξεχειμωνιάζω: