Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ξενοιασιά η [ksenas
á] & ξεγνοιασιά η [kseγnas á] Ο24 : η κατάσταση του ξένοιαστου· η αμεριμνησία: H ~ της νιότης. Πώς ήθελα να είχα την ~ σου! [ξενοιασ- (ξενοιάζω), ξεγνοιασ- (ξεγνοιάζω) -ιά]