Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ντοκτορά
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ντοκτορά το [doktorá] Ο (άκλ.) : α.διδακτορική διατριβή. β. διδακτορικό δίπλωμα.

[λόγ. < γαλλ. doctorat]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες