Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ντετερμινιστικός -ή -ό
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ντετερμινιστικός -ή -ό [deterministikós] Ε1 : που ανήκει ή που αναφέρεται στον ντετερμινισμό ή στον ντετερμινιστή.

[λόγ. ντετερμινιστ(ής) -ικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες