Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- νταμιτζάνα η [damidzána] & νταμιζάνα η [damizána] Ο26 : μεγάλο γυάλινο δοχείο, καλυμμένο με ψάθινο ή πλαστικό πλέγμα, κατάλληλο για κρασί ή για νερό.
[ιταλ. damigiana < γαλλ. dame-jeanne (περιπαιχτικό) `κυρία Ιωάννα΄· λόγ επίδρ. με βάση το γαλλ. τύπο]