Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- νεκροτομείο το [nekrotomío] Ο39 : το οίκημα στο οποίο τοποθετούνται τα πτώματα για αναγνώριση και όπου γίνεται νεκροψία και νεκροτομή για ιατροδικαστικούς, εκπαιδευτικούς ή ερευνητικούς λόγους.
[λόγ. νεκροτομ(ή) -είον]