Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: νεβουλιά
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
νεβουλιά τα.
  • Ισχία· απάκια (= τα ψαχνά μέρη του σώματος γύρω από τα νεφρά):
    • (Πεντ. Λευιτ. III 4).

[σχετ. με το διαλεκτ. ιταλ. snembolà ή το βεν. mbolo <λατ. lumbulus]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες