Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- νατουραλισμός ο [naturalizmós] Ο17 : τάση στη λογοτεχνία και στην τέχνη, που παρουσιάστηκε στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα και που επιδίωκε την πιστή απεικόνιση της πραγματικότητας, τονίζοντας ιδιαίτερα τις λεπτομέρειες, χωρίς να προχωρεί σε κριτική αντιμετώπιση των καταστάσεων· (πρβ. ρεαλισμός).
[λόγ. < γαλλ. naturalisme ( [u] κατά το λατ. έτυμο natura `φύση΄) (-isme = -ισμός)]