Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μπρούσκος -α -ο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μπρούσκος -α -ο [brúskos] Ε4 & μπρούσικος -η -ο [brúsikos] Ε5 : (για κρασί) που έχει έντονη και στυφή γεύση.

[ιταλ. brusco -ς· ανάπτ. [i] για διάσπ. του συμφ. συμπλ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες