Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μπιντές ο [bidés] Ο13 : μικρή λεκάνη, συνήθ. από πορσελάνη, μόνιμα τοποθετημένη στο δάπεδο του λουτρού, η οποία χρησιμοποιείται για το πλύσιμο των απόκρυφων μερών του σώματος.
[γαλλ. bidet -ς]