Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μπιμπίλα η [bibíla] & μπιρμπίλα η [birbíla] Ο25α : λεπτή δαντέλα που γίνεται με βελόνα του ραψίματος και την τοποθετούν στο τελείωμα ρούχων, εσωρούχων, κεντημάτων.
[μπιρ-: ίσως τουρκ. bülbül dişi (bülbül `αηδόνι΄ dişi `θηλυκό ταίρι΄) με ανομ. των υγρών συμφ. [l-l > r-l] θηλ. -α κατά το δαντέλα· μπι-: ανομ. αποβ. του πρώτου υγρού συμφ.]