Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μπεκροπίνω
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μπεκροπίνω [bekropíno] Ρ πρτ. μπεκρόπινα, αόρ. μπεκρόπια, απαρέμφ. μπεκροπιεί : (μειωτ.) μεθοκοπώ.

[μπεκρ(ής) -ο- + πίνω]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες