Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μπαρμπέρης ο [barbéris] Ο11 : (παρωχ.) ο κουρέας.
[μσν. μπαρμπιέρης < ιταλ. barbier(e) -ης με αποβ. του [i] ανάμεσα σε δύο σύμφ. και ακόλουθο φων. ή και από επίδρ. του ιταλ. barberia `μπαρμπέρικο΄]
[Λεξικό Κριαρά]
- μπαρμπέρης ο· μπαρμπιέρης.
-
- Κουρέας:
- (Διαθ. Ακοτ. 147).
[<ιταλ. barbiere. Η λ. στο Meursius και σήμ.]
- Κουρέας: