Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μπάρεμ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μπάρεμ [bárem] επίρρ. : (λαϊκότρ.) τουλάχιστο.

[τουρκ. bari, barim (από τα περσ.) `τουλάχιστον΄]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες